Η πρώτη εικόνα του Αγίου Όρους που αντικρίζει κανείς από ψηλά, είναι αυτή της γυμνής κορυφής του όρους Άθω, στη μέση του Αιγαίου, να πετιέται προς τον ουρανό και να τρυπά τα σύννεφα, «πέτρινη λόγχη, που φρουρεί τον μυστικισμό», όπως έλεγε και ο συγγραφέας Ζαχαρίας Παπαντωνίου.
Οι αρχαίοι γεωγράφοι και ιστορικοί πίστευαν πως η κορυφή του Άθω ποτέ δεν βρεχόταν γιατί τα νέφη σχηματίζονταν πιο χαμηλά…
και ήταν τόσο ψηλή, ώστε η σκιά της έφθανε ως τη Λήμνο.
Ο Σοφοκλής έχει γράψει: «Η σκιά που ρίχνει ο Άθως στη δύση του ήλιου έφθανε στην αγορά της πόλεως Μυρήνης της Λήμνου, όπου και σκέπαζε χάλκινο άγαλμα». Το άγαλμα αυτό παρίστανε ένα βόδι. Από αυτό έμεινε και ο παροιμιώδης στίχος: «Άθως καλύψει πλευράς Λημνίας βοός». Η εμπειρία του να πετάς φωτογραφίζοντας πάνω από αυτή την κωνική κορυφή, 2,5 χιλιόμετρα πάνω από τη θάλασσα, με τα χέρια παγωμένα από το κρύο (αν και καλοκαίρι είχε μόλις 9 βαθμούς εκεί ψηλά), διακρίνοντας τριγύρω όλη τη χερσόνησο του Άθω αλλά και τις άλλες χερσονήσους της Χαλκιδικής, είναι μοναδική!
Όρος και χερσόνησος στο ανατολικό μέρος της Χαλκιδικής, στα αρχαία χρόνια λεγόταν Ακτή. Στην κορυφή του υπήρχαν βωμοί για πολλούς από τους αρχαίους θεούς και τις θεότητες. Στη βυζαντινή εποχή πήρε την ονομασία Άγιον Όρος από τα πολλά μοναστήρια και τις σκήτες που κτίστηκαν στη χερσόνησο.
Πλησιάζοντας στην άκρη της χερσονήσου, δεξιά από τον Άθω με κατεύθυνση προς τις Καρυές, στην άκρη του κατακόρυφου βράχου και σε πολύ μεγάλο υψόμετρο αιωρείται ένα κελί και στην άκρη του ένας μοναχός ανεμίζει μια μεγάλη κίτρινη σημαία με τον δικέφαλο αετό. Άγρυπνος φρουρός του ορθόδοξου μοναχισμού. Αργότερα έμαθα ότι κάθε φορά που κάποιο πολεμικό αεροπλάνο, πολλές φορές τουρκικό, περνά κοντά, ανεμίζει τη βυζαντινή σημαία.
Όσο πετάμε, ο Άθως των μοναστηριών ξεδιπλώνεται. Οι φυσικές τοποθεσίες της χερσονήσου είναι αξιοθαύμαστες, με γραφικούς λόφους, κατάφυτα δάση, απόκρημνους γκρεμούς και άφθονα νερά. Βελούδινες βουνοπλαγιές κατάφυτες από αιωνόβια δένδρα και θάμνους απλώνονται ως τη θάλασσα και δημιουργούν μία ασύγκριτη αισθητική ομορφιά σε όλη αυτή τη μαγευτική περιοχή. Έλατα, καστανιές, ρείκια, βελανιδιές, οξιές, κουμαριές, πλατάνια, φουντουκιές, αμπέλια και τόσα άλλα φυτά χρωματίζουν το τοπίο. Η γαλάζια θάλασσα περιλούζει τον πανέμορφο αυτό τόπο. Μακριά, ίσκιοι γαλανοί, η Θάσος, η Ίμβρος, η Λήμνος.
Κόκκινα στίγματα βυθίζονται στο πράσινο, σκαρφαλώνουν στις ανηφοριές, φωλιάζουν στις λαγκάδες, κατεβαίνουν στη θάλασσα. Τα κελιά, μικρά μοναστηράκια σαν αγροτικά σπίτια.
Οι μονές, οικοδομικά συγκροτήματα με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, με φρουριακή διάταξη και οχυρωματικής μορφής πτέρυγες, με επιβλητικούς πύργους, θαυμαστά κωδωνοστάσια, θολωτούς τρούλους, με εσωτερική αυλή, στο κέντρο της οποίας υψώνεται συνήθως ο κεντρικός ναός, το καθολικό, παρεκκλήσια, φιάλες και άλλα βοηθητικά κτίρια κυριαρχούν στο τοπίο. Όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, καθώς και οι κοινόβιες σκήτες, λόγω της φρουριακής τους διάταξης δίνουν εξωτερικά την εντύπωση μιας ενότητας, που θυμίζει μικρή οχυρωμένη πολιτεία της μεσαιωνικής εποχής.
Το αρχιτεκτονικό τους σχήμα είναι το τυπικό σχήμα του βυζαντινού μοναστηριακού τύπου, όπως διαμορφώθηκε σε παλαιότερες εποχές, σύμφωνα με τα ανατολικά και τα ελληνιστικά πρότυπα. Ο λόγος που υπαγόρευσε μια τέτοιου είδους κατασκευή είναι η ανάγκη για την άμυνα των μοναχών απέναντι στους πολλούς και διάφορους εξωτερικούς εχθρούς. Έτσι έχουμε ολόγυρα έναν περίβολο που ακολουθεί τη διαμόρφωση του εδάφους και είναι συνήθως τετράπλευρος ή περίπου τετράπλευρος ή πολυγωνικός. Πρόκειται για κανονικό, ψηλό και ισχυρό τείχος, ενισχυμένο κατά διαστήματα με πυργίσκους, επάλξεις, πολεμίστρες και καταχύτρες ή ζεματίστρες, καθώς και έναν μεγάλο και επιβλητικό πύργο στο υψηλότερο ή το πιο ασθενές αμυντικά σημείο της μονής.
Στα κτίσματα αυτά επικρατεί κατά κανόνα το ασύμμετρο και ακανόνιστο της βυζαντινής σύλληψης και κατασκευής. Ο αμυντικός πύργος ενίσχυε ακόμη περισσότερο τον οχυρωματικό χαρακτήρα των μοναστηριών και χρησίμευε ως παρατηρητήριο και τελευταίο καταφύγιο των πατέρων σε περίπτωση πολιορκίας τους. Οι πύργοι αυτοί, που δίνουν μια ξεχωριστή εξωτερική εμφάνιση σε όλα σχεδόν τα αθωνικά μοναστήρια, είναι συνήθως πολύ ψηλοί και πολυώροφοι, με ξύλινα πατώματα, με παρεκκλήσι στον τελευταίο όροφο και στέρνα για νερό στο ισόγειο. Έχουν ορθογωνική κάτοψη με μια είσοδο στον πρώτο όροφο και αποτελούν πραγματικά αριστουργήματα της οικοδομικής αρχιτεκτονικής του Μεσαίωνα.
Τα άλλα πολυώροφα οικοδομήματα των μοναστηριών ενσωματώνονται εσωτερικά στον περίβολο και βλέπουν προς την πλευρά της αυλής, τονίζοντας έτσι περισσότερο τον φρουριακό χαρακτήρα των μοναστηριών. Από τις πλακοσκεπείς στέγες τους ξεφυτρώνουν σε πολλά σημεία μικροί τρουλίσκοι, καθώς και ένα δάσος από ψηλές καμινάδες, που δίνουν από μακριά μια υπέροχη εικόνα γραφικότητας και μεγαλείου. Τα ιστορικά μοναστήρια, τα χωμένα σε απόκρημνους βράχους κελιά, οι πύργοι, οι τρούλοι, τα καμπαναριά χαρακτηρίζουν το Άγιο Όρος ως αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο ζωντανό Μουσείο Τέχνης, Εθνολογίας και Εκκλησιαστικής Ιστορίας.
Πετώντας από τα δεξιά, προβάλλει μπροστά μας ένα οικοδομικό συγκρότημα με τετράπλευρο σχήμα, κτισμένο πάνω σ’ έναν λοφίσκο κοντά στη θάλασσα. Είναι η Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου. Δίπλα σχεδόν, κτισμένο πάνω στο πλάτωμα ενός βράχου, εκεί που τελειώνει η χερσόνησος και ο Άθως κατεβαίνει ήρεμα προς τη θάλασσα σχηματίζοντας πολλούς καταπράσινους λοφίσκους, σε μικρή απόσταση από την παραλία βρίσκεται το πρώτο και μεγαλύτερο μοναστήρι του Αγίου Όρους, η Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Ιδρύθηκε το 963, αφιερωμένη στην Κοίμηση του Αθανασίου, στην οποία ανήκουν η κοινόβια Σκήτη του Τιµίου Προδρόµου, η ιδιόρρυθμη Σκήτη της Αγίας Άννας και η ιδιόρρυθμη Σκήτη της Αγίας Τριάδας-Καυσοκαλυβίων. Το μοναστήρι είναι ένα συγκρότημα από πολυώροφα κτίρια τοποθετημένα ολόγυρα σε τετράπλευρο σχήμα, με μια μεγάλη αυλή στο κέντρο. Ανάμεσά τους, στη νοτιοδυτική γωνία, δεσπόζει ο τετράγωνος, επιβλητικός και αρχαιοπρεπής πύργος του Τσιμισκή. Στη γύρω περιοχή διασώζονται σπαράγµατα µνηµείων που µας πάνε πίσω στα προχριστιανικά χρόνια.
Συνεχίζοντας, συναντάμε τη Μονή Καρακάλου, που ιδρύθηκε στις αρχές του 11ου αιώνα, αφιερωμένη στους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Είναι ένα κτιριακό συγκρότημα με τετράπλευρο περίβολο, κτισμένη πάνω σε μια πλαγιά, απ’ όπου αγναντεύει περήφανα τη θάλασσα. Στη νοτιοδυτική πλευρά υψώνεται ο επιβλητικός πύργος της, τονίζοντας τον φρουριακό της χαρακτήρα.
Λίγο πιο ψηλά, βρίσκεται η Μονή του Φιλοθέου, αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, που ιδρύθηκε γύρω στα τέλη του 10ου αιώνα. Είναι ένα τετράπλευρο κτιριακό συγκρότημα, κτισμένο πάνω σ’ ένα καστανόφυτο οροπέδιο, κοντά στο αρχαίο Ασκληπιείο.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή μας, στη βορειοανατολική πλευρά της χερσονήσου, πάνω σ’ έναν γραφικό ορμίσκο και πλάι στις εκβολές ενός μεγάλου χειμάρρου, προβάλλει μπροστά μας η Μονή Ιβήρων, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, που ιδρύθηκε το 976 και στην οποία ανήκει και η ιδιόρρυθμη Σκήτη του Τιµίου Προδρόµου. Το μοναστήρι είναι ένα κτιριακό συγκρότημα πολυώροφων κτισμάτων με φρουριακή διάταξη, που λούζονται από το κύμα της γαλάζιας θάλασσας.
Στην πορεία μας προς τις Καρυές, συναντάμε τη Μονή Κουτλουμουσίου, αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, που ιδρύθηκε το 12ο αιώνα και στην οποία ανήκει η ιδιόρρυθμη Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος. Η Μονή είναι κτισμένη πάνω σε μια θαυμάσια πλαγιά γεμάτη από δένδρα και πυκνούς θάμνους.
Οι Καρυές, το ένα από τα δύο χωριά του Αγίου Όρους, είναι χτισμένες σε μια μαγευτική τοποθεσία με άφθονα νερά, σε υψόμετρο 370 μέτρων. Είναι η πρωτεύουσα της μοναστικής πολιτείας, όπου εδρεύουν τόσο οι μοναχικές, όσο και οι κοσμικές εξουσίες (ο Πολιτικός ∆ιοικητής, η Αστυνοµική ∆ιοίκηση, τα ΕΛΤΑ, ο ΟΤΕ και το Κοινοτικό Ιατρείο). Στις Καρυές είναι εγκατεστηµένη η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους και η Ιερά Επιστασία, και εκτός από το «κονάκι» (αντιπροσωπεία) που διατηρεί κάθε μονή, υπάρχουν κελιά και εργαστήρια ή καταστήματα που ανήκουν σε διάφορες από τις 20 μονές του Αγίου Όρους. Στη μοναδική πλατεία του χωριού, στην οποία απαγορεύεται το κάπνισμα και η διέλευση εφίππων, βρίσκεται ο θαυμάσιος ναός του Πρωτάτου, τον οποίο κοσμούν εκπληκτικές αγιογραφίες και η ιστορική φορητή εικόνα «Άξιον Εστί». Στο χώρο των Καρυών βρίσκεται και η γνωστή εκκλησιαστική σχολή Αθωνιάδα.
Αφήνοντας τις Καρυές και πετώντας πάντα βορειοανατολικά, περνάμε πάνω από τη Μονή Σταυρονικήτα, αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο από το 1541, η οποία είναι κτισμένη πάνω στο πλάτωμα ενός βράχου δίπλα στη θάλασσα. Από άποψη κτιριακών εγκαταστάσεων, είναι το μικρότερο σε έκταση από τα 20 μοναστήρια του Αγίου Όρους. Χαρακτηριστικός είναι ο ψηλός οδοντωτός πύργος του, που φαίνεται από μακριά και που, θαρρείς, έχει φυτρώσει στην είσοδό της παραμένοντας εκεί μόνιμος φρουρός της και παρατηρητής.
Πιο πέρα, πάνω σ’ ένα βράχο που τον χτυπά ακατάπαυστα το κύμα της τρικυμισμένης θάλασσας είναι κτισμένη η Μονή Παντοκράτορος, που είναι αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος και που ιδρύθηκε το 1363. Το σχήμα των κτιριακών εγκαταστάσεων του μοναστηριού είναι ακανόνιστο πολύπλευρο, με τείχος γύρω γύρω και τον οχυρωματικό πύργο στη δυτική πλευρά του. Πλησίον της µονής υπήρχε η αρχαία πόλη Θύσσος. Απέναντι, πάνω σ’ ένα ύψωμα στέκει η Σκήτη του Προφήτη Ηλία, που ανήκει στη Μονή Παντοκράτορος.
Σε μικρή απόσταση, στην αμμουδιά ενός μακάριου μυχού της θάλασσας, ζωγραφίζεται το τεράστιο πέταλο των αφρών της, και στην άκρη της θάλασσας πάνω σε μια κατάφυτη πλαγιά, προβάλλει ένα μεγάλο πυκνό δάσος από θόλους, πύργους, τζάκια, καμπαναριά: το μοναστήρι του Βατοπεδίου, αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, που ιδρύθηκε το 972 και στο οποίο ανήκουν η κοινόβια Σκήτη του Αγίου Ανδρέου και η ιδιόρρυθμη Σκήτη του Αγίου Δημητρίου.
Δίπλα σχεδόν, πάνω στο κύμα, μέσα σ’ έναν γαλήνιο ορμίσκο είναι κτισμένο το μοναστήρι του Εσφιγμένου, με τα μεγαλοπρεπή του κτίρια, που ιδρύθηκε στα τέλη του 10ου αιώνα, και είναι αφιερωμένο στην Ανάληψη του Κυρίου. Τα προσθαλάσσια θεµέλια της µονής βρέχονται από τα νερά του Στρυµονικού κόλπου, ενώ στη γύρω περιοχή ερείπια και αποµεινάρια άλλων εποχών, που φτάνουν από τα ρωµαϊκά χρόνια ως τους πρώτους ερηµίτες που κατοίκησαν τον Άθω, µαρτυρούν για τη µεγάλη ιστορική πορεία που έζησε ο τόπος.
Στη διαδρομή μας προς την Ιερισσό, συναντούμε τον πύργο Μιλούτιν και τη σερβική Μονή Χελανδαρίου, που ιδρύθηκε το 1197 και είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου. Είναι το πρώτο από τα μοναστήρια που κτίστηκαν στη βορειοανατολική πλευρά του Όρους και χάνεται αθέατο και κρυμμένο μέσα στην πλούσια βλάστηση του τοπίου, με περιορισμένο ορίζοντα, αν και απέχει ελάχιστα από τη θάλασσα όπου βρίσκεται και ο αρσανάς του.
Περνώντας πάνω από την Ουρανούπολη και πετώντας νοτιοδυτικά του όρους Άθω, πάνω στο βουνό, χωμένη σε μια δασωμένη πλαγιά, ξεπροβάλλει η βουλγαρική Μονή Ζωγράφου, που ιδρύθηκε γύρω στο 1270 και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Λίγο πιο κάτω, πάνω στην αμμουδιά βρίσκεται ο αρσανάς του μοναστηριού.
Συνεχίζοντας την πορεία μας συναντάμε τη Μονή Κωνσταμονίτου ή Κασταμονίτου, που βρίσκεται σε μια από τις πιο γραφικές τοποθεσίες του Όρους, αγκαλιασµένη από δάσος, κατά το μέρος του Σιγγιτικού κόλπου, αθέατη, κτισμένη μέσα σ’ ένα καταπράσινο δάσος και σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Έχει από τη μια μεριά τη Μονή Ζωγράφου και από την άλλη εκείνη του Δοχειαρίου. Η Μονή ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Στέφανο.
Η Μονή Δοχειαρίου, που ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα, αφιερωμένη στους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, είναι το πρώτο μοναστήρι κτισμένο στην πλαγιά ενός βουνού που κατηφορίζει απότομα προς τη θάλασσα, πάνω στη νοτιοδυτική πλευρά του Άθω, μετά τους αρσανάδες των Μονών Ζωγράφου και Κωνσταμονίτου.
Πιο κάτω, πάνω σ’ ένα ομαλό ύψωμα, πλάι στην ακτή, ανάμεσα στις Μονές Δοχειαρίου και Αγίου Παντελεήμονος, είναι κτισμένη η Μονή Ξενοφώντος, που ιδρύθηκε στα τέλη του 10ου αιώνα και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Στη Μονή Ξενοφώντος υπάγεται η ιδιόρρυθμη Σκήτη του Ευαγγελισµού, που βρίσκεται πάνω σε μια καταπράσινη βουνοπλαγιά με ωραία θέα προς τη θάλασσα του Σιγγιτικού κόλπου.
Η Μονή του Αγίου Παντελεήμονος ή «των Ρώσων» ή «Κοινόβιον των Καλλιμάχηδων» ή απλώς «Ρούσικο», που ιδρύθηκε τον 10ο αιώνα, είναι αφιερωμένη στον Άγιο Παντελεήμονα. Είναι κτισμένη σ’ έναν ορμίσκο, μετά τη Μονή Ξενοφώντος και λίγο προτού φθάσουμε στη Δάφνη, από την πλευρά του Σιγγιτικού κόλπου. Η Μονή, ως οικοδομικό συγκρότημα, δίνει την εντύπωση μιας μικρής πολιτείας με τις πολλές πολυώροφες οικοδομές της, τα μεγαλοπρεπή κτίρια και τους υψηλούς τρούλους των εκκλησιών. Στο μοναστήρι ανήκει η κοινόβια Σκήτη της Κοιµήσεως της Θεοτόκου (Βογορόδιτσα).
Πιο κάτω η Μονή Ξηροποτάμου, που ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα και είναι αφιερωμένη στους Σαράντα Μάρτυρες, κλασικό δείγµα αγιορειτικής αρχιτεκτονικής, στέκει σε μια μαγευτική και περίβλεπτη θέση στο μέσο της χερσονήσου, σε ύψος 200 µέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας και πάνω στο δρόμο προς τη Δάφνη. Όμορφο και επιβλητικό μοναστήρι, βλέπει κάτω στο Σιγγιτικό κόλπο, που απλώνεται συνήθως ήσυχος και γαλανός.
Η Δάφνη βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή και αποτελεί τη μία από τις δύο πύλες εισόδου στη χερσόνησο του Αγίου Όρους. Η άλλη βρίσκεται στην Ουρανούπολη. Εδώ υπάρχουν 20 περίπου παλιά κτίσματα, λίγα καταστήματα, καθώς και μερικά κρατικά κτίρια, όπως τελωνείο, ΟΤΕ, Σταθμός Αστυνομίας κ.ά.
Το επταώροφο μοναστήρι της Σιμωνόπετρας ή η Μονή Σίμωνος Πέτρας, που ιδρύθηκε το πρώτο µισό του 14ου αιώνα και είναι αφιερωμένη στη Γέννηση του Ιησού, είναι το τολμηρότερο οικοδόμημα του Αγίου Όρους και ένα θαύμα της μοναστηριακής αρχιτεκτονικής. Στέκει αγέρωχα, κυριολεκτικά σκαρφαλωμένο πάνω σ’ έναν απότομο πύργινο βράχο σε ύψος 330 µέτρων, στην άκρη µιας βραχώδους βουνοσειράς και αγναντεύει με όλη την επιβλητικότητά του τη γαλάζια θάλασσα της νοτιοδυτικής πλευράς της χερσονήσου.
Η Μονή Γρηγορίου, που ιδρύθηκε πριν από τα µέσα του 14ου αιώνα και είναι αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο, είναι κτισμένη πάνω σε θαλασσόβραχους στη νοτιοδυτική πλευρά της αθωνικής χερσονήσου. Βρίσκεται ανάμεσα στις Μονές Σιμωνόπετρας και Διονυσίου.
Η Μονή Διονυσίου, που ιδρύθηκε το 1375 και είναι αφιερωμένη στη Γέννηση του Τιμίου Προδρόμου, είναι κτισμένη σ’ έναν στενό και απόκρημνο βράχο, 80 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, στη νοτιοδυτική πλευρά της χερσονήσου, μεταξύ των Μονών Γρηγορίου και Αγίου Παύλου. Το «αγριωπό μοναστήρι», σε παλαιά έγγραφα αναφέρεται και με άλλα ονόματα, όπως «Νέα Πέτρα», «Μονή του Μεγάλου Κομνηνού», «του κυρ Διονυσίου».
Η Μονή Αγίου Παύλου, που ιδρύθηκε το δεύτερο µισό του 10ου αιώνα και είναι αφιερωμένη στην Υπαπαντή του Κυρίου, βρίσκεται πλάι σ’ έναν μεγάλο χείμαρρο της δυτικής ποδιάς του Άθω και απέχει ελάχιστα από τη θάλασσα, όπου και ο αρσανάς της.
Αφήνοντας πίσω μας τη χερσόνησο του «Κρυσταλλωμένου Άθωνα», στην πορεία μας με κατεύθυνση προς τον Νότο, περνάμε πάνω από την ιδιόρρυθμη Σκήτη του Γενεσίου της Θεοτόκου (Νέα Σκήτη) και την ιδιόρρυθμη Σκήτη του Αγίου Δημητρίου (Λάκκου), που ανήκουν στη Μονή Αγίου Παύλου, τη Σκήτη της Αγίας Άννας, τα Καρούλια και τα Καυσοκαλύβια, που ανήκουν στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας.
Η ιδέα της φωτογράφισης του Αγίου Όρους από ψηλά, στη χερσόνησο του Άθω της Χαλκιδικής στη Μακεδονία, που θεωρείται κέντρο του ορθόδοξου μοναχισμού λόγω της μεγάλης εθνικής, ιστορικής, θρησκευτικής και πολιτισμικής αξίας αυτού, αλλά και κέντρο διατήρησης και συντήρησης πλούσιου υλικού, έτσι ώστε να χαρακτηρίζεται «καταφύγιο» και «μουσείο» μοναδικού θησαυρού ελληνικής τέχνης και γραμμάτων, καθώς επίσης και τόπος ασύγκριτης φυσικής ομορφιάς, ήταν πολύ παλιά. Άρχισε όμως να παίρνει σάρκα και οστά από τον Νοέμβριο του 2005, όταν αποφασίσαμε μαζί με τον αγαπητό φίλο, λάτρη της φωτογραφίας και ερασιτέχνη φωτογράφο κ. Νικόλαο Σαράφη, αντιπρόεδρο της Εταιρείας «Ελ. Δ. Μουζάκης Α.Ε.Β.Ε.Μ.Ε. Κλωστοβιομηχανίαι», να προβούμε στις απαραίτητες ενέργειες ώστε να εξασφαλίσουμε τις απαιτούμενες άδειες. Έτσι τον Ιούνιο του 2006, με ελικόπτερο που παραχώρησε δωρεάν ο Ελ. Μουζάκης, πρόεδρος της παραπάνω εταιρείας, αρχίσαμε την αεροφωτογράφιση του Αγίου Όρους.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα και ύστερα από πάμπολλες ώρες πτήσεων, τον Μαρτίου του 2007, παραδόθηκε όλο το φωτογραφικό υλικό, αποτελούμενο από περίπου 5.000 αεροφωτογραφίες, στον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους μοναχό Επιφάνιο της Μονής Παντοκράτορος, όπως είχαμε προτείνει από την αρχή ως αφιλοκερδή προσφορά μας προς την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους.
Οι φωτογραφίες που συμπεριλαμβάνονται στο άρθρο έχουν τραβηχτεί από εμένα τη συγκεκριμένη περίοδο και δείχνουν τη μοναδικότητα του φυσικού τοπίου και των μονών του Αγίου Όρους όπως αποτυπώθηκε στη φωτογραφική μου μηχανή αλλά και στη μνήμη μου.
Δρ Αριστείδης Χαραλ. Κοντογεώργης – Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών, Σχολής Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών, ΤΕΙ Αθήνας, Πρόεδρος Διεθνούς Ομοσπονδίας Φωτογραφικών Φεστιβάλ (IPFF), τ. Πρόεδρος Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας (ΕΦΕ)