Η όποια συζήτηση για δημιουργία κυβέρνησης με στόχο της απαλλαγή από το Μνημόνιο και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις δανειακές συμβάσεις οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αναγκαστική έξοδο της Ελλάδος από το Ευρώ με δική της πρωτοβουλία.
Αυτό θα συμβεί διότι η ακύρωση της σημαντικής χρηματοδοτικής βοήθειας που μας παρέχεται θα οδηγήσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εκτός του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και στην νομισματική (πληθωριστική) χρηματοδότηση…
των εκ νέου αυξανόμενων δημοσιονομικών μας ελλειμμάτων. Ειδικότερα, αν η Ελλάδα καταφύγει στις ανωτέρω ενέργειες και ακυρώσει το 2ο Μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση που το συνοδεύουν, και, το σπουδαιότερο, αν εγκαταλείψει το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων, τότε θα χάσει τις σημαντικές ενισχύσεις που τις παρέχονται, που σημειωτέον συνιστούν τη μεγαλύτερη χρηματοδοτική ενίσχυση που έχει ποτέ δοθεί σε χώρα στα παγκόσμια χρονικά.
Στην περίπτωση αυτή, η χώρα θα υποχρεωθεί σε «άτακτη χρεοκοπία» και ο ελληνικός λαός θα επωμισθεί ολόκληρο το κόστος της ουσιαστικής διάλυσης των βασικών θεσμών λειτουργίας της οικονομίας και το κόστος της εξόδου από μια κρίση που θα είναι πολύ πιο παρατεταμένη και θα λάβει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι εάν το ελληνικό κράτος αθετήσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει τότε θα συμβούν τα ακόλουθα:
(1) Δεν θα λάβει την 2η δόση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, ύψους € 29 δις που προορίζεται σε μεγάλο βαθμό για την ανα-κεφαλαιοποίηση των τραπεζών σε αναπλήρωση των ζημιών που υπέστησαν από το PSI plus που είχε ως συνέπεια την μείωση της αξίας των κρατικών ομολόγων που είχαν στο ενεργητικό τους κατά -75% περίπου. Εάν συμβεί αυτό, πώς θα γίνει η ανα-κεφαλαιοποίηση των τραπεζών; Χωρίς τα κεφάλαια για την ανα-κεφαλαιοποίηση σε καθεστώς ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων οι ελληνικές τράπεζες και η ελληνική οικονομία είναι εκτεθειμένες σε μεγάλους κινδύνους.
Σε κάθε περίπτωση το εκλογικό σώμα θα πρέπει να πληροφορηθεί ότι η ανα-κεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν γίνεται με κεφάλαια του ελληνικού κράτους (τα οποία δεν υπάρχουν αφού το ελληνικό κράτος έχει μόνο υποχρεώσεις), αλλά του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (EFSF). Αυτά τα κεφάλαια δίδονται μόνο υπό την προϋπόθεση της πιστής τήρησης του 2ου Μνημονίου Οικονομικής Πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση τα κεφάλαια αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κρατικοποίηση των ελληνικών τραπεζών διότι αν αυτό γίνει οι δανειστές μας δικαίως θα τα θεωρήσουν «δανεικά και αγύριστα».
Επομένως, δικαίως δεν θα τα διαθέσουν. Σημειώνεται ότι το όλο εγχείρημα της ανα- κεφαλαιοποίησης των τραπεζών έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε με την έξοδο από την κρίση να επιστραφούν τα κεφάλαια αυτά στους δανειστές μας, με τις τράπεζες να παραμένουν ιδιωτικές, και όχι κακοδιοικούμενες υπό κρατικό έλεγχο, έτσι ώστε να μην υπάρξει διόγκωση του δημοσίου χρέους, η εξυπηρέτηση του οποίου θα βαρύνει όλους τους φορολογουμένους.
(2) Θα διακοπεί οριστικά η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ με απώλεια ρευστότητας για την ελληνική οικονομία ύψους άνω των € 130 δις. Στο τέλος Μαρτίου 2012, το υπόλοιπο των ιδιωτικών καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ανερχόταν σε € 165,3 δις, ενώ το υπόλοιπο των δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ανερχόταν στα € 245,1 δις. Απόψεις σύμφωνα με τις οποίες θα χρησιμοποιηθούν τα € 165 δις των χρημάτων των καταθετών στις τράπεζες για την χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών εκφράζουν παντελή άγνοια της πραγματικότητας.
Επισημαίνεται για πολλαπλή φορά ότι πρόσθετα δάνεια δεν μπορούν να δοθούν εάν δεν επιστρέψουν οι καταθέσεις που έχουν φύγει πίσω στο τραπεζικό σύστημα. Η διατήρηση των χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά στο σημερινό υψηλό επίπεδο, σε σχέση με τις σημαντικά μειωμένες καταθέσεις, είναι έως σήμερα δυνατή διότι υπάρχει η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ, σε μεγάλο βαθμό με εγγυήσεις του δημοσίου.
Εάν η χώρα περιέλθει σε κατάσταση «άτακτης» χρεοκοπίας, τότε οι εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου θα έχουν μηδενική αξία και η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα θα μειωθεί αυτόματα κατά το ποσό που δεν θα καλύπτεται πια με χρηματοδότηση από την ΕΚΤ.
Εάν ανατραπούν τα βασικά μέτρα μειώσεως των πρωτογενών ελλειμμάτων της γενικής κυβέρνησης, που ανέρχονταν στα € 5,2 δις το 2011, το έλλειμμα αυτό θα αυξηθεί και πάλι σημαντικά, πιθανότατα σε επίπεδα άνω των € 10 δις το 2012. Σημειώνεται η σημαντική ήδη πτώση των καθαρών εσόδων του Τ.Π. τον Απρίλιο του 2012, η οποία προφανώς θα συνεχιστεί και στους επόμενους μήνες αν η δυνατότητα δανεισμού από την Τρόικα, από πού θα καλυφθούν αυτές οι δαπάνες; Σχετικά με αυτό το θέμα η αριστερή πλευρά των αντιμνημονιακών θεωρεί, ότι το πρόβλημα μπορεί να λυθεί με την υψηλή φορολόγηση των περιουσιών των μεγάλων επιχειρήσεων και των πλουσίων, που αναγκαστικά θα πληρώσουν το λογαριασμό. Επικαλούνται σχετικά το παράδειγμα της Γερμανίας μετά τον πόλεμο.
Από την άλλη μεριά η δεξιά πτέρυγα των αντιμνημονιακών σημειώνει τη δυνατότητα μείωσης «των εξόδων του ελληνικού Δημοσίου για προμήθειες, αναλώσιμα, αμοιβές επιτροπών, καύσιμα, ηλεκτρικό ρεύμα και τηλεπικοινωνίες κατά € 5,0 δις σε δύο έτη (επιπλέον της μείωσης που σημειώθηκε στην περίοδο 2010-2011), δηλαδή, από τα € 7,3 δις που ήταν το 2011 στα € 2,4 δις το 2013.
Επίσης, σημειώνουν ότι υπάρχει η δυνατότητα αξιοποίησης των υπολοίπων κοιμώμενων λογαριασμών στις τράπεζες ύψους τουλάχιστον € 15,0 δις. Επιπλέον, προβάλλουν την δυνατότητα διαζευκτικών πηγών χρηματοδότησης από την Κίνα, την Ρωσία και άλλες χώρες –πηγές για κάλυψη των ελλειμμάτων που θα παρουσιαστούν βραχυπρόθεσμα (αρκεί, βέβαια, να δεχθούν να μας χρηματοδοτήσουν χωρίς τόκους και ανατοκισμούς).
Γενικά, η εκμετάλλευση της οργής πολλών πολιτών για την ανατροπή των εντελώς αβάσιμων προσδοκιών που είχαν για διατήρηση των ανεξέλεγκτων αυξήσεων των εισοδημάτων τους έως το 2009 άνω των € 130 δις. Στο τέλος Μαρτίου 2012, το υπόλοιπο των ιδιωτικών καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα ανερχόταν σε € 165,3 δις, ενώ το υπόλοιπο των δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ανερχόταν στα € 245,1 δις. Απόψεις σύμφωνα με τις οποίες θα χρησιμοποιηθούν τα € 165 δις των χρημάτων των καταθετών στις τράπεζες για την χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών εκφράζουν παντελή άγνοια της πραγματικότητας.
Επισημαίνεται για πολλαπλή φορά ότι πρόσθετα δάνεια δεν μπορούν να δοθούν εάν δεν επιστρέψουν οι καταθέσεις που έχουν φύγει πίσω στο τραπεζικό σύστημα. Η διατήρηση των χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά
στο σημερινό υψηλό επίπεδο, σε σχέση με τις σημαντικά μειωμένες καταθέσεις, είναι έως σήμερα δυνατή διότι υπάρχει η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ, σε μεγάλο βαθμό με εγγυήσεις του δημοσίου.
Εάν η χώρα περιέλθει σε κατάσταση «άτακτης» χρεοκοπίας, τότε οι εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου θα έχουν μηδενική αξία και η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα θα μειωθεί αυτόματα κατά το ποσό που δεν θα καλύπτεται πια με χρηματοδότηση από την ΕΚΤ.
Εάν ανατραπούν τα βασικά μέτρα μειώσεως των πρωτογενών ελλειμμάτων της γενικής κυβέρνησης, που ανέρχονταν στα € 5,2 δις το 2011, το έλλειμμα αυτό θα αυξηθεί και πάλι σημαντικά, πιθανότατα σε επίπεδα άνω των € 10 δις το 2012. Σημειώνεται η σημαντική ήδη πτώση των καθαρών εσόδων του Τ.Π. τον Απρίλιο του 2012, η οποία προφανώς θα συνεχιστεί και στους επόμενους μήνες αν η ακυβερνησία της χώρας συνεχιστεί. Χωρίς δυνατότητα δανεισμού από την Τρόικα, από πού θα καλυφθούν αυτές οι δαπάνες; Σχετικά με αυτό το θέμα η αριστερή πλευρά των αντιμνημονιακών θεωρεί, ότι το πρόβλημα μπορεί να λυθεί με την υψηλή φορολόγηση των περιουσιών των μεγάλων επιχειρήσεων και των πλουσίων, που αναγκαστικά θα πληρώσουν το λογαριασμό.
Επικαλούνται σχετικά το παράδειγμα της Γερμανίας μετά τον πόλεμο. Από την άλλη μεριά η δεξιά πτέρυγα των αντιμνημονιακών σημειώνει τη δυνατότητα μείωσης «των εξόδων του ελληνικού Δημοσίου για προμήθειες, αναλώσιμα, αμοιβές επιτροπών, καύσιμα, ηλεκτρικό ρεύμα και τηλεπικοινωνίες κατά € 5,0 δις σε δύο έτη (επιπλέον της μείωσης που σημειώθηκε στην περίοδο 2010-2011), δηλαδή, από τα € 7,3 δις που ήταν το 2011 στα € 2,4 δις το 2013.