H χώρα μας έχει το πλεονέκτημα να διαθέτει έναν τεράστιο πολιτιστικό πλούτο ο οποίος μπορεί να αποφέρει οφέλη όχι μόνο σε αυτή καθ’ αυτή τη σύγχρονη πολιτιστική παραγωγή, αλλά εν γένει σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Η άποψη αυτή εδράζεται σε μια, εξαιρετικά διαδεδομένη και επιτυχώς δοκιμασμένη διεθνώς, αρχή της σύγχρονης διακυβέρνησης, βάσει της οποίας, η κεντρική εξουσία οφείλει να χαράσσει την πολιτική και να μεταβιβάζει τις βασικές αρμοδιότητες άσκησης πολιτικής σε τοπικό επίπεδο.
Το σημαντικό πλεονέκτημα της τοπικής αυτοδιοίκησης ως προς την άσκηση πολιτιστικής πολιτικής, όπως και σε κάθε άλλο δημόσιας πολιτικής, είναι η αμεσότητα. Το πλεονέκτημα αυτό επιτρέπει στους φορείς της αυτοδιοίκησης να αντιλαμβάνονται καλύτερα τις ανάγκες των τοπικών κοινοτήτων, να αναδεικνύουν αποτελεσματικότερα την τοπική πολιτιστική ταυτότητα και να προβάλουν με αυθεντικότερο τρόπο την πολιτιστική δραστηριότητα.
Οι δήμοι και οι περιφέρειες μπορούν να αυξήσουν σημαντικά την προστιθέμενη αξία της πολιτιστικής πολιτικής συμβάλλοντας στη ανάδειξη των πολιτιστικών χαρακτηριστικών κάθε περιοχής και σχεδιάζοντας και εκτελώντας στοχευμένες δράσεις σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, αν η κεντρική δημόσια πολιτική που ασκείται από το Υπουργείο Πολιτισμού προσφέρει τον απαραίτητο χώρο και τα σωστά εργαλεία στην αυτοδιοίκηση και τους φορείς της.
Επιπλέον η αποκέντρωση της πολιτιστικής πολιτικής αξιοποιεί και τη δυναμική των τοπικών κοινωνιών διευκολύνοντας τη συμμετοχή των πολιτών στα πολιτιστικά δρώμενα και προσφέροντας τη δυνατότητα ανάληψης συλλογικών πρωτοβουλιών για τις τέχνες και τον πολιτισμό.
Στο πλαίσιο αυτό η τοπική αυτοδιοίκηση οφείλει να λάβει μια έντονη πολιτιστική δράση, η οποία βέβαια θα δρα συντονιστικά και συμπληρωματικά στις πρωτοβουλίες των μη κερδοσκοπικών πολιτιστικών οργανισμών αλλά και των πρωτοβουλιών ιδιωτικών επιχειρήσεων, που υλοποιούνται στο πλαίσιο της κοινωνικής ευθύνης.
Δηλαδή ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν πρέπει να περιορίζεται στην άσκηση πολιτιστικής δραστηριότητας απλά μέσα από μια σειρά μουσικών και θεατρικών εκδηλώσεων, διαλέξεων, εκθέσεων κ.α., ούτε να εξαντλείται στην δημιουργία των απαραίτητων υποδομών για πολιτιστική δράση με την κατασκευή θεάτρων, χώρων μουσικών εκδηλώσεων, αιθουσών συνεδρίων κ.α.
Αντίθετα, οι ΟΤΑ θα πρέπει να ενθαρρύνουν κάθε είδους πολιτιστική πρωτοβουλία που προέρχεται είτε από την κοινωνία των πολιτών είτε από τον ιδιωτικό τομέα αλλά και να υποστηρίζουν συνέργειες και συμπράξεις στις δράσεις των πολιτιστικών φορέων.
Πολλοί θα υποστηρίξουν ότι η πολιτιστική δραστηριότητα – αποκεντρωμένη ή μη – αποτελεί μια πολυτέλεια που τίθεται αυτοδίκαια σε δεύτερη μοίρα εμπρός στα σύγχρονα δημοσιονομικά και οικονομικά προβλήματα. Αυτή η κοντόφθαλμη αντίληψη άλλωστε αποτυπώθηκε και με την έλλειψη της πολιτιστικής πολιτικής στα κύρια ευρωπαϊκά στρατηγικά κείμενα, τόσο αυτό της Στρατηγικής της Λισσαβόνας όσο και αυτό της Στρατηγικής 2020, παρά το γεγονός ότι η πολιτιστική παράδοση της Ευρώπης αναγνωρίζεται ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια η σχετική ακαδημαϊκή έρευνα αλλά και οι μελέτες που δημοσιεύουν διεθνείς οργανισμοί μεταξύ των οποίων ο ΟΟΣΑ αλλά και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταδεικνύουν ότι η στοχευμένη πολιτιστική πολιτική μπορεί να έχει υψηλή προστιθέμενη αξία στην οικονομική δραστηριότητα. Ειδικά για την Ελλάδα υπάρχουν πολλές μελέτες (ΚΕΠΕ, ΙΟΒΕ, McKinsey&Company) που προτείνουν ως σημαντική για την οικονομία τη συστηματική ενίσχυση της συμπληρωματικότητας της πολιτιστικής πολιτικής ως προς την τουριστική βιομηχανία, το διατροφικό κλάδο και την εξωστρεφή εκπαίδευση.
Δεδομένης της δημοσιονομικής αδυναμίας του κράτους, η τοπική αυτοδιοίκηση αποκτά την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στον τομέα αυτό, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι και οι ΟΤΑ ταλανίζονται επίσης από έλλειψη πόρων. Ωστόσο και σε αυτό το επίπεδο η ανταποδοτικότητα κάποιων εκ των εσόδων τους και η σχετική δημοσιονομική ευλυγισία τους σε σχέση με την Κεντρική Διοίκηση μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
Άλλωστε η τοπική αυτοδιοίκηση σήμερα, χάρη στις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων χρόνων, διαθέτει έστω τυπικά τις αρμοδιότητες εκείνες που είναι ικανές να της εξασφαλίσουν ένα κεντρικό ρόλο στην άσκηση της πολιτιστικής πολιτικής.
Αυτό που απαιτείται λοιπόν είναι ένα ρεαλιστικό μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που θα καταρτιστεί από την Κεντρική Διοίκηση (Υπουργεία Πολιτισμού & Εσωτερικών) σε συνεργασία με τους ΟΤΑ ώστε να εξασφαλίσουμε τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή μιας συγκροτημένης πολιτιστικής πολιτικής που θα συμβάλλει σημαντικά στην πολύπλευρη ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας.
Ειρήνη Μουστάκη
Πρώην Πρόεδρος Δημ. Συμβουλίου Καλλιθέας
Μέλος του τομέα Πολιτισμού του ΠΑΣΟΚ