Σε βραχνά για πάνω από 900.000 φορολογουμένους με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές εξελίσσονται πλέον οι κατασχέσεις σε εισοδήματα και περιουσιακά τους στοιχεία.
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) στην προσπάθειά της να αυξήσει τις εισπράξεις ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο έχει εξαπολύσει τους τελευταίους μήνες μπαράζ κατασχέσεων σε μισθούς, συντάξεις, ενοίκια, επιδόματα, εισοδηματικές παροχές, καταθέσεις και περιουσιακά στοιχεία ακόμη και μικροοφειλετών.
Οι τράπεζες λαμβάνουν καθημερινά πάνω από 1.000 ηλεκτρονικά κατασχετήρια για να δεσμεύσουν και να αποδώσουν στις ΔΟΥ και τα Ελεγκτικά Κέντρα τα ποσά που κατατίθενται στους τραπεζικούς λογαριασμούς των οφειλετών του Δημοσίου, οι οποίοι δεν έχουν τακτοποιήσει τα χρέη τους.
Ταυτόχρονα, όσοι πολίτες χρωστούν στο Δημόσιο μεγάλα ποσά ληξιπρόθεσμων οφειλών βρίσκονται αντιμέτωποι με κατασχέσεις ακινήτων περιουσιακών τους στοιχείων.
Οι… ντρίμπλες
Το ζητούμενο για όλους αυτούς τους οφειλέτες είναι η με κάθε νόμιμο μέσο αποτροπή των κατασχέσεων στα εισοδήματα και τις περιουσίες τους.
Οι ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προβλέπουν ότι οι κατασχέσεις που επιβάλλουν οι φορολογικές αρχές για να αυξήσουν τις εισπράξεις ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο μπορούν να αντιμετωπιστούν από τους οφειλέτες και να αποτραπούν ή να περιοριστούν με εναλλακτικούς τρόπους που είναι οι εξής:
Η υπαγωγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές μπορούν να ρυθμιστούν έως και 12 μηνιαίες δόσεις ή εάν προέρχονται από έκτακτη φορολογία έως και σε 24 μηνιαίες δόσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4152/2013 περί «πάγιας ρύθμισης».
Η υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή προϋποθέτει την υποβολή υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 στην οποία ο οφειλέτης θα πρέπει να αναφέρει αναλυτικά στοιχεία για την εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση, από τα οποία θα πρέπει να προκύπτει αφενός η αδυναμία του να εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, αφετέρου η δυνατότητά του να διαθέτει από το μηνιαίο εισόδημά του ένα ποσό για την αποπληρωμή της κάθε μηνιαίας δόσης της ρύθμισης.
Η υπαγωγή στην «πάγια ρύθμιση» και η υποβολή τόσο της αίτησης όσο και της απαιτούμενης υπεύθυνης δήλωσης μπορεί να γίνει ηλεκτρονικά, μέσω του ΤΑΧΙSnet.
Σε κάθε περίπτωση, ο φορολογούμενος που θα υπαχθεί στη ρύθμιση αυτή θα πρέπει να γνωρίζει ότι:
* Το συνολικό ποσό των οφειλών που θα ρυθμίσει επιβαρύνεται με ετήσιο ποσοστό τόκων 5%.
* Σε περίπτωση που, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, δημιουργηθούν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, μπορεί να τις υπαγάγει κι αυτές σε «πάγια ρύθμιση».
* Προϋπόθεση για την ένταξη στη ρύθμιση είναι ο οφειλέτης να έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας καθώς και τυχόν περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ για τις οποίες ήταν υπόχρεος την τελευταία πενταετία.
Για να είναι έγκυρη η ρύθμιση και να μην ακυρωθεί, ο φορολογούμενος θα πρέπει να εξοφλήσει την 1η δόση της ρύθμισης μέσα σε χρονικό διάστημα τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης. Η εξόφληση είναι εφικτή είτε με την πληκτρολόγηση -σε περίπτωση πληρωμής μέσω e-banking ή μέσω ΑΤΜ- είτε με την προσκόμιση -σε περίπτωση προσέλευσης στο ταμείο τραπεζικού υποκαταστήματος- της λεγόμενης Ταυτότητας Ρυθμιζόμενης Οφειλής (ΤΡΟ).
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος